ἐκπεμπομένου

ἐκπεμπομένου
ἐκπέμπω
send out
pres part mp masc/neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • λάμπα — Συσκευή κατάλληλη να παράγει τεχνητό φως με τη χρήση εύφλεκτων ουσιών, στερεών, υγρών ή αερίων, ή με τη μετατροπή της ηλεκτρικής ενέργειας σε φωτεινή ενέργεια. Ονομάζεται και λυχνία ή λαμπτήρας. Λ. ονομάζονται επίσης οι συσκευές που εκπέμπουν… …   Dictionary of Greek

  • λοβός — Σαφώς οροθετημένη υποδιαίρεση ενός οργάνου, για παράδειγμα, του εγκεφάλου, του ήπατος, των πνευμόνων, του θυρεοειδούς, της υπόφυσης κλπ. Τα όρια είναι συνήθως ανατομικές δομές, όπως διαφράγματα, αύλακες ή σχισμές. Επίσης, έτσι ονομάζεται η… …   Dictionary of Greek

  • μηχανική — Επιστήμη που μελετά την κίνηση και την ισορροπία των σωμάτων. Ανάλογα με τον τομέα έρευνας και με τις αρχές στις οποίες βασίζεται η έρευνα αυτή, διακρίνονται μία κλασική μ. (ή απλώς μ.), μία σχετικιστική μ. και μία κβαντική μ. Οι νόμοι της… …   Dictionary of Greek

  • πομπός — ο, ΝΑ συνοδός, οδηγός νεοελλ. 1. αυτός που στέλνει, που αποστέλλει κάτι 2. σύνολο ηλεκτρονικών συσκευών και διατάξεων με τις οποίες αφ ενός μεν μετατρέπονται ακουστικά, οπτικά και κωδικοποιημένα σήματα σε ηλεκτρομαγνητικά κύματα υψηλής συχνότητας …   Dictionary of Greek

  • Η ραδιενέργεια — Από τις αρχές του αιώνα, κατόπιν των εργασιών του ζεύγους Κιουρί, του Ράδερφορντ κ.ά., ήταν γνωστό ότι τα ραδιενεργά στοιχεία εκπέμπουν τρεις τύπους ακτινοβολιών που υποδείχνονται με τα ελληνικά γράμματα α (ακτινοβολίες με θετικό ηλεκτρικό… …   Dictionary of Greek

  • Μεσμπάουερ, Ρούντολφ Λούντβιχ — (Rudolf Ludwig Messbauer, Μόναχο 1929 –). Γερμανός φυσικός. Σπούδασε στη γενέτειρά του, ενώ από το 1955 έως το 1957 εργάστηκε στο Ινστιτούτο Μαξ Πλανκ της Χαϊδελβέργης και στη συνέχεια στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας στην Πασαντίνα της Καλιφόρνια,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”